Page Nav

HIDE

Grid

GRID_STYLE

Pages

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News

latest

Μύθοι και υπερβολές του «Έπους του 40’». Κατασκευάζοντας γιορτές και συνειδήσεις...γράφει ο Παναγιώτης Χ. Πρασσάς

"Μπορείς εύκολα να συγχωρήσεις ένα παιδί που φοβάται το σκοτάδι, η πραγματική τραγωδία είναι όταν οι μεγάλοι φοβούνται το Φως"...

"Μπορείς εύκολα να συγχωρήσεις ένα παιδί που φοβάται το σκοτάδι, η πραγματική τραγωδία είναι όταν οι μεγάλοι φοβούνται το Φως" Βούδας
Παρατηρώντας τον σημαιοστολισμό των ταξί με σημαιάκια-βεντούζες˙ παρακολουθώντας τις εκδηλώσεις απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους στα φανερά και τους Βούλγαρους στα κρυφά την ημέρα που γιορτάζεται το «Όχι» στους Ιταλούς (!)˙ σοκαρισμένος από τη διαφήμιση γαλακτοβιομηχανίας που έχει στο επίκεντρο την ελληνική σημαία (αντί για μια παχιά αγελάδα ή έναν τρέντι τσοπάνη, όπως συνηθίζεται)˙ ακούγοντας τον πρωθυπουργό να (εμ)παίζει με ιστορικές ανακρίβειες και παλινωδίες 10χρονου παιδιού˙ κυρίως μπερδεμένος κοιτώντας Έλληνα γονιό να παζαρεύει με έναν Πακιστανό ένα ελληνικό σημαιάκι παρέλασης για το κοριτσάκι του επειδή του φαινόταν… ακριβό, ένιωσα αντί για εθνικά υπερήφανος, εθνικά πνιγμένος. Σήμερα θα… δημοπρατήσουμε τη διπλή ανάγνωση που έχει ή θα μπορούσε να έχει ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου. ΟΧΙ! Δε θα σας κουράσω με ιστορικές αναφορές και διηγήσεις, από αυτές μπορείτε να βρείτε άφθονες, θα ρίξουμε μόνο μια ματιά στην ίδια την ιστορία του εορτασμού και τη χρησιμοποίησή της.
Κατ’ αρχάς ας παρουσιάσουμε την προσφορά της (επι)κρατούσας αντίληψης: Στις 28 κάθε Οκτώβρη (χωρίς «μ»), ήδη από το πρώτο έτος της κατοχής (1941), εορτάζεται η απερίφραστη άρνηση του πρωθυπουργού στρατηγού Ι. Μεταξά στον πρεσβευτή της κυβέρνησης της Ιταλίας να παραχωρήσει στρατιωτικού τύπου διευκολύνσεις και παραχωρήσεις εδαφών στα ιταλικά στρατεύματα. Από το 1944 η γιορτή λαμβάνει τη μορφή στρατιωτικής παρέλασης ενώπιον του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και έκτοτε εορτάζεται με ολοένα και διογκούμενη μεγαλοπρέπεια, ήτοι: επίσημη αργία, στρατιωτικές και μαθητικές παρελάσεις, σημαιοστολισμοί δημοσίων και μη κτηρίων. Δεν άργησε η εορτή να συνδυαστεί με τη Θεσσαλονίκη, εφόσον συνέπεφτε με την επέτειο απελευθέρωσης της πόλης κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, καθώς και με τη γιορτή του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου. Τα υπόλοιπα λίγο πολύ γνωστά: Αφιερώματα τηλεοπτικών σταθμών και εφημερίδων (αισίως και με δώρο CD, η Βέμπο στη διαπασών), σχολικές εορτές, ομιλίες πολιτικών κ.ά. Όλα έχουν ως κεντρικό θεματικό άξονα το «Έπος της Αλβανίας» και ολίγη από ηρωική «εθνική Αντίσταση», ενώ στη συνέχεια επελέγη και η 27η του ιδίου μήνα για να εορτάζεται η ίδια η σημαία. Αυτά που λίγο-πολύ εμφατικά υπογραμμίζει η επίσημη και η δημόσια Ιστορία (σημαντική σημείωση: με τον όρο επίσημη Ιστορία ονομάζουμε τη σχολική Ιστορία και αυτή της Δ.Ι.Σ/Γ.Ε.Σ, ενώ δημόσια Ιστορία την εκτός ακαδημαϊκού χώρου ιστορική συζήτηση/ανάλυση, συνήθως στα ΜΜΕ και όχι απαραίτητα από ιστορικούς επιστήμονες βλ. εκπομπές του ΣΚΑΙ κ.ά) είναι ότι ο Μεταξάς είπε το περήφανο «ΟΧΙ» εκφράζοντας τη βούληση του συνόλου του ελληνικού λαού, κατόπιν η ισχυρή Ιταλία ηττήθηκε κατά κράτος στα αλβανικά βουνά, στη συνέχεια όμως επενέβησαν οι Γερμανοί που ήταν ακόμη ισχυρότεροι και μας κατέλαβαν. Οι Έλληνες όμως, κατά την τριετή κατοχή και παρά την πείνα και τις κακουχίες, αντιστάθηκαν ηρωικά σε βουνά και πόλεις και έτσι μια ωραία μέρα του Οκτώβρη του 1944, οι δυνάμεις κατοχής αποχώρησαν ησύχως και μας άφησαν στην ησυχία μας (να κάνουμε τον εμφύλιο μας ήσυχοι-ήσυχοι)… Ας ακούσουμε λίγο και την προσφορά της ακαδημαϊκής Ιστορίας: Χωρίς να ειδικεύομαι στην εν λόγω περίοδο, σας μεταφέρω τις εξής πληροφορίες οι οποίες αποτελούν γνώσεις και όχι απόψεις μου (όποτε εκφράζεται η προσωπική μου γνώμη το κάνω εμφανές). Παρέχει μια.. ενδεκάδα επιχειρημάτων για να σας κερδίσει!

1. Δεν είναι σπουδαίο, αλλά ενδεικτικό της νοοτροπίας κατασκευής μύθων: Ο Μεταξάς δεν είπε ποτέ «όχι» στον Ιταλό πρεσβευτή, είπε «Alors, c’ est la guerre!» («Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμος!»). Η λέξη «όχι» αποτελεί (πετυχημένη, εκ του αποτελέσματος κρίνοντας) έμπνευση δημοσιογράφου δύο ημέρες μετά την εισβολή και προφανώς υιοθετήθηκε ως εύληπτη και… βολικότερη. Φανταστείτε να φτιάχναμε πανό για σχολικές και στρατιωτικές εορτές με τη φράση: «Alors, c’ est la guerre!» Σικάτο ίσως, άλλα κάπως δυσνόητο και… φλώρικο!
2. Αν φλερτάρεις με τη ακροδεξιά (που είναι και της μόδας) τότε λες: «Τα “όχι” θέλουνε Μεταξάδες» (σύνθημα σε τοίχο, με την υπογραφή: «Χ.Α.») δίνοντας έτσι έμφαση στην –εθνικά υπερήφανη- στάση που τήρησε ο δικτάτορας. Αν πάλι είσαι δημοκρατικός (λιγότερο μόδα, αυτό, δυστυχώς) λες: «Ο Μεταξάς είπε το “όχι” λόγω της πίεσης του ελληνικού λαού και ίσως παρά τη βαθύτερη θέληση του» (πρώην σχολικό εγχειρίδιο Ιστορίας γ’ λυκείου). Κατά την ταπεινή μου πληροφόρηση και οι δύο αυτές ερμηνείες χωλαίνουν ιστορικά. Η πρώτη ξεχνά ότι ο Μεταξάς δεν ήταν εκλεγμένος πρωθυπουργός, αλλά πραξικοπηματίας δικτάτορας, αυτοδιορισμένος πρωθυπουργός με τη αμέριστη βασιλική εύνοια, έχοντας ο ίδιος και το καθεστώς του φασίζουσες συμπεριφορές και πρακτικές. Η δεύτερη αγνοεί ότι ο Μεταξάς κατά την δεδομένη χρονική στιγμή ήταν πανίσχυρος και μπορούσε να αποφασίζει ό,τι ήθελε χωρίς να δίνει δεκάρα για τη λαϊκή βούληση. Και οι δύο, τέλος, δε λαμβάνουν υπ’ όψιν τους ότι ο Μεταξάς συγγένευε ιδεολογικά περισσότερο με τους Φασίστες του Μουσολίνι και τους Ναζί του Χίτλερ, παρά με τους Συμμάχους, αλλά τα οικονομικά συμφέροντα της χώρας και ο βασιλιάς Γεώργιος τάσσονταν αναφανδόν υπέρ της Μ. Βρετανίας και ιδεολογικά και ως προς την… παράσταση νίκης. Και ως γνωστόν, το χρήμα προηγείται των ιδεών, ειδικά όταν πρόκειται για δικτάτορα που χωρίς τη βασιλική μέριμνα θα είχε παραμείνει μια φασιστική, γραφική φιγούρα του Κοινοβουλίου. Πάντως και επειδή πολλοί φίλοι με ρωτούν: «Τελικά, ποιος είπε το όχι, ο λαός ή ο Μεταξάς;» Εξηγώ: Το –περίπου- «όχι» το είπε ο Μεταξάς, αλλά θα πρέπει να μελετήσουμε αυτόν και το φασίζον (αλλά καπιταλιστικότατου τύπου όσον αφορά στην οικονομική πολιτική) καθεστώς του από το 1936 και εξής για να καταλάβουμε το «γιατί» είπε όχι και να μην τον κρίνουμε με βάση τη στιγμή ή ακόμη χειρότερα με τα όσα –ηρωικά- ακολούθησαν της στιγμής. Άλλωστε, αν ήταν ο ατρόμητος μαχητής πατριώτης στρατηγός της νίκης, νομίζω ότι θα είχε αντιδράσει λίγο πιο… δυναμικά στον τορπιλισμό του ευδρόμου Έλλη στο λιμάνι της Τήνου μας τρεις μήνες πριν. Το συμφέρον του ήθελε να διασφαλίσει.
3. Η ελληνική περίπτωση είναι η μόνη (στην Ευρώπη τουλάχιστον) κατά την οποία εορτάζεται η αρχή του πολέμου και όχι η λήξη του, όπως σε όλες τις υπόλοιπες χώρες. Εν πάση περιπτώσει, διατηρούμε και την σπάνια ιδιαιτερότητα να γιορτάζουμε δύο εθνικές εορτές, κατά σύμπτωση(;) συνδυασμένες μάλιστα με 2-3 φαινομενικά και θεματικά άσχετα ή ιστορικά αναχρονολογημένα γεγονότα.
4. Είναι παγιωμένη η αντίληψη ανάμεσα στους περισσότερους Έλληνες ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε το 1940 και τελείωσε το 1944. Φυσικά, γεγονός είναι ότι η διάρκειά του είναι η εξαετία 1939-1945. Απλώς δώσαμε «λίγο» περισσότερη έμφαση από ό,τι θα έπρεπε στη δική μας υπόθεση, η οποία βέβαια στα πλαίσια του όλου Β. Παγκ. Πολέμου ήταν πολύ μικρής σημασίας.
5. Είναι καιρός να λάβουμε και λίγο υπ’ όψιν μας τις αλλεπάλληλες ήττες και τη μνημειώδη ανοργανωσιά που χαρακτήριζε τις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις κατά την περίοδο του Β Παγκ. Πολέμου. Οι Έλληνες στρατιώτες κατανίκησαν τους συναδέλφους τους Ιταλούς, που δεν είχαν ποτέ γνωρίσει νίκη στην Ευρώπη. Έχουν μείνει παροιμιώδεις οι εξάρσεις αγανάκτησης του σύμμαχου Χίτλερ για την ανικανότητα των στρατευμάτων του Μουσολίνι που τον ανάγκαζε να «…χαραμίζει μονάδες προκειμένου να τον συντρέξει».
6. Ο όρος «αντίσταση» καταχρηστικά χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την περίοδο 1941-1944, καθώς αφήνεται να εννοηθεί ότι σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις κατοχής της χώρας ή μέρους αυτής (π.χ: Α’ Παγκ. Πόλεμος) δεν υπήρχε αντιστασιακό κίνημα, κάτι ιστορικά αναληθές και άδικο.
7. Έχει ενδιαφέρον η πρόσφατη «χρήση» των εορταστικών εκδηλώσεων (2011 και 2012) από ομάδες διαμαρτυρόμενων πολιτών με παράλληλη την αντίδραση σε αυτές άλλων ομάδων και με διασταυρούμενες παρεμβάσεις των πολιτικών και πολιτειακών αρχόντων με αποτέλεσμα -αισίως- να περιφρουρούνται οι εορταστικές αυτές εκδηλώσεις με αυστηρά μέτρα ασφαλείας που θυμίζουν πορείες αντιεξουσιαστών ή αθλητικές αναμετρήσεις υψηλού κινδύνου. Θεωρείται δε από το επίσημο κράτος «προσβολή του παρελθόντος του έθνους και της εθνικής μνήμης» η αντίδραση αυτή από ένα κομμάτι του… (εξαθλιωμένου) παρόντος έθνους.
8. Έχει μονιμοποιηθεί εδώ και μια 20ετία, με αφορμή την απόδοση της σημαίας στους αριστούχους μαθητές για τη μαθητική παρέλαση, η συχνή καταστρατήγηση του Συντάγματος με το να μη δίδεται πάντα (όπως ρητά προβλέπεται) η σημαία στον αριστούχο, αν αυτός δεν έχει μόνη την ελληνική υπηκοότητα. Παλαιότερα, διαμαρτύρονταν και απειλούσαν τους πάντες οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, σήμερα τους υποκαθιστούν ακροδεξιά κοινοβουλευτικά κόμματα, με έμφαση βέβαια στις απειλές, και όχι στις διαμαρτυρίες. Να θυμίσουμε ότι τις μαθητικές παρελάσεις δεν τις «ανακάλυψε», αλλά οπωσδήποτε τις παγίωσε ο δικτάτορας Μεταξάς.
9. Η -όντως- ηρωική μάχη της Κρήτης, κατά την οποία Κρητικοί χωρικοί αμύνονταν απέναντι σε πάνοπλους αλεξιπτωτιστές της Λουφτάβε (γερμανική πολεμ. αεροπορία) με αξίνες και τσουγκράνες, έχει πέρα από ηρωισμούς και δύο σημεία λίγο γκρίζα, τα οποία αποσιωπώνται τεχνηέντως: α. Η αντίσταση κράτησε μέχρι τις 31 Μαΐου, μία μέρα αφού αποχώρησαν από το νησί οι Βρετανοί αξιωματικοί και οπλίτες, μαζί με τα υπερσύγχρονα αντιαεροπορικά τους πυροβόλα και β. Βάσει μαρτυρίων των ίδιων των Κρητών μαχητών, πυροβολούνταν οι Γερμανοί πριν προσγειωθούν στο έδαφος, κάτι που αντιβαίνει σε διεθνείς συμφωνίες για τις πολεμικές επιχειρήσεις (ναι, για όσους δεν το γνωρίζουν υπάρχει διεθνές δίκαιο που διέπει τη διεξαγωγή των πολέμων, λ.χ: σύμβαση Γενεύης, 1864.) Άσχημο, αλλά δικαιολογημένο -εν μέρει- να μην τηρούνται οι κανόνες σε έναν πόλεμο, αλλά ακόμη ασχημότερο κι αδικαιολόγητο να το κρύβουμε για να μη κόψει η... εθνική μας μαγιονέζα.
10. Είναι τουλάχιστον αφελές (για να μην πούμε επικίνδυνο επιστημονικά) εορτάζοντας το έθνος να προβαίνουμε σε υπερβολικές γενικεύσεις. Εξηγώ με το απλούστερο παράδειγμα: Αναφέρεται ότι «όλοι οι Έλληνες αντισταθήκαν με ομοψυχία στον κατακτητή» Φυσικά η ιστορία αφηγείται ότι οι Έλληνες χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες: α. σε αυτούς που αντιστάθηκαν (μαζικά ή μη) όντας πιστοί στην εξόριστη βασιλική κυβέρνηση του Καΐρου, β. σε αυτούς που αντιστάθηκαν (μαζικά) με αυτόνομο πολιτικό λόγο (κυρίως το Ε.Α.Μ), γ. σε όσους απλά... δεν αντιστάθηκαν καθόλου και δ. στους (καθόλου λίγους) δοσίλογους που συνεργάστηκαν με ποικίλους τρόπους είτε με τη διορισμένη από τους Ναζί κυβέρνηση του στρ. Τσολάκογλου είτε απευθείας με τους Γερμανούς. Άρα, το ομόψυχο αποκλείεται, ενώ όπως συνάγουμε από τις περιπτώσεις γ και δ καθόλου αυτονόητο δεν ήταν ότι η ελληνική ιδιότητα σήμαινε απαραίτητα και αντίσταση. Να θυμίσουμε εδώ (για τους θαυμαστές του πρωθυπουργού που είπε το «όχι») ότι η προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου αποτελείτο κυρίως από πρόσωπα της κυβέρνησης Μεταξά, ο οποίος απεβίωσε το Γενάρη του 1941 και θεωρούσε τον εαυτό της σωτήρα του έθνους πιστεύοντας ότι, ως εθνική κυβέρνηση, πατριωτικά πράττει και ενεργεί, λόγω της βέβαιης (κατά τις εκτιμήσεις της) διαφαινόμενης νίκης του Άξονα.
11. Το πιο επιλήψιμο κατά την ταπεινή μου άποψη: Τα τελευταία δύο χρόνια στους επετειακούς εορταστικούς λόγους του προέδρου της Δημοκρατίας, του πρωθυπουργού και λοιπών παραγόντων επιχειρείται συνδυασμός, σύγκριση και τελικά υποσυνείδητος συνειρμός της παρούσας κακής οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας με μία πολεμική αναμέτρηση που έγινε πριν από 72 χρόνια. Αυτό ονομάζεται τιθάσευση του ιστορικού νοήματος προκειμένου να εξυπηρετηθούν σύγχρονες πολιτικές ανάγκες και στοχεύσεις. Κάτι πολιτικά ανήθικο, καθώς δημιουργεί σύγχυση στο σύγχρονο πολίτη και τον αναγκάζει να δεχθεί την σημερινή πραγματικότητα ως σχετιζόμενη (αυθαίρετα) με μία άλλη τελείως άσχετη ιστορική συγκυρία, η οποία όμως διέπεται από ηρωισμό και ευγενείς στιγμές εθνικού μεγαλείου. Με απλά λόγια εκμεταλλευόμαστε ένα ηρωικό παρελθόν για να πετύχουμε (εντελώς) άσχετους στόχους ενός «δύσβατου» παρόντος
Θα μου θέσετε εύλογα το ερώτημα: «και τι πειράζει ρε φίλε να νιώθουμε λίγο εθνικά υπερήφανοι μες στη γενικότερη μιζέρια που ζούμε; Σάμπως φορολογείται;» Σας διαβεβαιώνω ότι σύμφωνα με το μνημόνιο 3 που υπογράφεται αύριο-μεθαύριο, δεν προβλέπεται να φορολογηθεί η εθνική υπερηφάνεια. (Βέβαια κάτι άκουσα για το μνημόνιο 4 που θα υπογράψουμε του χρόνου, ότι τότε θα φορολογηθεί η υπερηφάνεια, εθνική και μη, αλλά δεν έχει κλειδώσει ακόμη...) Από εκεί και πέρα ο καθένας έχει το δικαίωμα να πιστεύει σε ό,τι θέλει. Αν όμως έχει την απαίτηση να τον ακολουθήσουν κι άλλοι, να τον πιστέψουν, να τον ψηφίσουν και να κάνουν για χάρη του το «εθνικό τους καθήκον», το οποίο πλέον δεν ορίζεται ως φόρος αίματος στα βουνά της Πίνδου, αλλά ως φόρος προστιθέμενης αξίας 23%, ως ειδικός φόρος καυσίμου (και ως άλλοι πολλοί φόροι και κάθε λογής χαράτσια) οφείλει να πείθει και να είναι ιστορικά έγκυρος, χωρίς εξωραϊσμούς, στρογγυλέματα και βολικές ερμηνείες, χωρίς επικαιροποίηση του χθες που δικαιολογεί το αδικαιολόγητο σήμερα. Αλλιώς θα συνεχίζετε να αγοράζετε με εθνική υπερηφάνεια γάλα από εθνικά υπερήφανες βιομηχανίες των οποίων η διαφήμιση θυμίζει παλαιομοδίτικο προεκλογικό σποτ ακροδεξιού κόμματος. Ας ελπίσουμε βέβαια τουλάχιστον η γαλακτοβιομηχανία να δίνει στους υπαλλήλους της και μισθούς εθνικά υπερήφανους και όχι τον ελάχιστο προβλεπόμενο μισθό που μάλλον θυμίζει… βουλγαρική εθνική υπερηφάνεια, φτου κακά στο στόμα μου! Εκτός αν ο λαός θέλει… γάλα και θεάματα, για να παραφράσουμε το Γιουβενάλη.

Υ.Γ: Επειδή πολλοί μου ζήτησαν να σχολιάσω το ρόλο και τις πρακτικές της Χρυσής Αυγής εντός των εορταστικών ημερών, απολογούμαι που το -ήδη μακροσκελές- άρθρο μου δεν μπόρεσε παρά να χωρέσει ελάχιστες αναφορές σε αυτήν. Δυστυχώς, υποθέτω ότι θα μας δώσει αφορμές και αιτίες στο πολύ άμεσο μέλλον να ασχοληθούμε μαζί της, οπότε και θα επανέλθω. Νομίζω, εξάλλου, ότι η εικόνα που έχω επισυνάψει «λέει» 1000 λέξεις και επιβάλλεται της φλυαρίας μου…

Υ.Γ II: «Εάν επιθυμείς την ειρήνη, μη χτυπάς το τύμπανο ούτε για γιορτή.» Πολύβιος Δημητρακόπουλος, 1864-1922, Έλληνας θεατρικός συγγραφέας